Τρέχαμε. Ζωές ολόκληρες για να ξεφύγουμε από αυτό που είμαστε. Τρέχαμε μα πάντα παραμέναμε στάσιμοι.
Ο άνθρωπος ζει σε μια ψευδαίσθηση. Εργάζεται για να ζήσει, και έχει μετατρέψει την ζωή του σε εργασία. Αγοράζει για να ικανοποιεί τις ανάγκες του, και ικανοποιείται μετρώντας τα αποκτήματά του. Μορφώνεται για να ξέρει, ενώ όλη η γνώση βρίσκεται στην ίδια του την ύπαρξη. Ονειρεύεται για το μέλλον που ποτέ δεν έρχεται, και αναπολεί το παρελθόν που έχει περάσει, αγνοώντας ότι το μόνο που έχει είναι η παρούσα στιγμή. Ξεχνά αυτά που θα έπρεπε να θυμάται, και θυμάται αυτά που θα έπρεπε να ξεχνά. Ξεχνά, ότι υπάρχει. Ότι η μόνη μνήμη που είναι ζωντανή είναι η μνήμη της στιγμιαίας ανάσας.
Πόσο αδιανόητο είναι η ίδια η ύπαρξη να υπηρετεί τα ανύπαρκτα, να ταυτίζεται με αυτά, να εθίζεται με αυτά, να υποφέρει χωρίς αυτά; Και να που τώρα όλα αυτά δεν έχουν καμιά αξία. Να που ξαφνικά έρχεται ένας αόρατος επισκέπτης να του το θυμίσει. Πως μάταια είναι αυτά για τα οποία πολεμά. Πως πρέπει απλούστατα να σταματήσει να πολεμά. Να δει κατάματα τον εχθρό του και να συμφιλιωθεί με αυτόν. Χωρίς τα ανύπαρκτα. Ο άνθρωπος με τον εαυτό του. Τον εαυτό που πολεμά καθημερινά.
Λένε πως είναι ευκολότερο να είσαι με έναν εχθρό που γνωρίζεις καλά, παρά με έναν φίλο που δεν γνωρίζεις. Αυτόν τον εχθρό όμως δεν τον γνωρίζουμε καλά. Γιατί αν τον γνωρίζαμε, αν περνάγαμε χρόνο μαζί του θα διαπιστώναμε πως είναι το μόνο που έχουμε. Το μόνο που περιέχει όλα όσα ψάχνουμε στα ανύπαρκτα. Ο μοναδικός πραγματικός μας φίλος είναι ο εαυτός μας. Μην τον αναζητάς σε καμιά εργασία, σε κανένα υλικό αγαθό, σε καμιά εξωτερική συνθήκη ή προϋπόθεση.
Εδώ είναι. Εδώ ήταν πάντα, στη σιωπή. Και περιμένει. Να τον αγαπήσεις, να τον αποδεχτείς, να τον θυμηθείς, να τον ακούσεις και να τον συγχωρέσεις.
Πόσο εύκολα μπορείς να ξεγυμνωθείς από τα εξωτερικά ερεθίσματα; Πόσο εύκολα μπορείς απλά να αφεθείς στη στιγμή, μόνος; Και όμως, θα είναι ότι πιο αληθινό έχεις ποτέ βιώσει. Αυτό προσπαθεί να μας θυμίσει ο αόρατος επισκέπτης. Αόρατος για τα γυμνά μας μάτια. Για να μπορέσεις επιτέλους να δεις με τα μάτια της ψυχής.
Ο άνθρωπος ζει σε μια πλάνη. Και αγνοεί την μοναδική Αλήθεια. Ότι όλα όσα βιώνει είναι πλασματικά. Μια προβολή. Οι σκέψεις, τα λόγια και οι πράξεις είναι που διαμορφώνουν την πραγματικότητα. Μα η αλήθεια παραμένει σταθερή. Εκεί κάπου μέσα θρονιάζεται η ψυχή. Και παρακολουθεί. Περιμένει σιωπηλά, παρατηρεί και καταγράφει.
Και καμιά φορά, όταν η ψυχή έχει συρρικνωθεί πολύ, τόσο πολύ που την έχεις λησμονήσει, ένας απομηχανής θεός, ένας αόρατος επισκέπτης εμφανίζεται. Και εκεί που εσύ τρέχεις για να προλάβεις τις εξελίξεις, σε πιάνει απ’ το χέρι και σε σταματά.
Για να σου πει «Δεν είναι η κίνηση που φέρνει την εξέλιξη, μήτε ο θόρυβος δίνει τις απαντήσεις. Εξέλιξη φέρνει η ακινησία και απαντήσεις δίνει η σιωπή».
Γι’ αυτό μην φοβάσαι τώρα που δεν τρέχεις. Να χαίρεσαι. Να νιώθεις ευγνωμοσύνη και ευλογία για τη στιγμή ετούτη. Καθώς είναι η στιγμή, να δεις με τα μάτια της ψυχής. Και ό,τι είναι αόρατο θα γίνει ορατό. Και ίσως θυμηθείς ποιος είσαι. Σε μια στιγμή που θα διαρκέσει μια αιωνότητα. Χάρη σε έναν αόρατο επισκέπτη.
by Maria Hadjistylli